Δημόσιος υπάλληλος κατηγορούμενος για Αποσιώπηση λόγου εξαίρεσης, ενώ δεν υπήρξε βλάβη του Δημοσίου, ούτε προσωπική ωφέλεια του ίδιου.
Υπάλληλος πλαίσια άσκησης των αρμοδιοτήτων του, με τη διαδικασία της
απευθείας ανάθεσης συνάπτει σύμβαση έργου σε κάποιον εξειδικευμένο στο
αντικείμενο αυτό, ο οποίος τύγχανε να είναι και πρώτος ξάδελφός του
(συνδρομή λόγου εξαίρεσης). Η τιμολόγηση του έργου του ήταν από τις πιο
ανταγωνιστικές της αγοράς.
Το 254 ΠΚ είναι υπηρεσιακό αδίκημα που θεμελιώνει αξιόποινο στην
περίπτωση που κάποιος υπάλληλος συμμετάσχει σε μία υπόθεση (λ.χ. σε μία
Ένορκη Διοικητική Εξέταση ή προχωρά σε απευθείας αναθέσεις έργων), ενώ
υπάρχει κάποιος λόγος εξαίρεσης που τον υποχρεώνει να απέχει από την
υπόθεση. Με αυτόν τον τρόπο διασφαλίζεται η αντικειμενική, διαφανής και
αμερόληπτη διεξαγωγή της εκάστοτε υπόθεσης. Για να στοιχειοθετηθεί όμως
το αδίκημα, δεν αρκεί ο δόλος α’ και β’ βαθμού για τα στοιχεία της
αντικειμενικής υπόστασης, αλλά απαιτείται επιπρόσθετα και υπερχειλής
δόλος, δηλαδή σκοπός αθέμιτης ωφέλειας του ίδιου ή άλλου ή τη βλάβη
άλλου. Αυτός ο υπερχειλής δόλος δημιουργεί τα περισσότερα προβλήματα σε
πρακτικό επίπεδο.
Μία πρώτη παρατήρηση αφορά το ότι για το συγκεκριμένο αδίκημα είναι
αδιάφορη η πραγματοποίησης της βλάβης ή του αθέμιτου οφέλους. Κρίσιμο
είναι να απέβλεπε (σκόπευε) ο υπάλληλος στην αθέμητη ωφέλεια ή τη βλάβη.
Βεβαίως, η δημιουργία τελικά παράνομης ωφέλειας του ίδιο του υπαλλήλου ή
τρίτου αποτελεί στοιχείο που σε συνδυασμό με άλλες ενδείξεις αποδεικνύει το
γεγονός ότι ο υπάλληλος απέβλεπε σε αυτό. Δεν μπορεί από μόνη της η
ωφέλεια ή η βλάβη να οδηγήσει σε αυτό το συμπέρασμα. Εάν δεν έχει λάβει
ακόμα χώρα αυτή παράνομη ωφέλεια / βλάβη (μεροληπτική κρίση του
υπαλλήλου), αλλά έχει επέλθει ο χρόνος που έπρεπε να φανερώσει το λόγο
εξαίρεσης, δεν μιλάμε για απόπειρα του αδικήματος. Το αδίκημα έχει τελεστεί,
απλώς αξιοποιείται η μη συμμετοχή στην μεροληπτική κρίση (που επρόκειτο
να γίνει σε λίγες μέρες μετά την αποσιώπηση) σαν στοιχείο που δηλώνει την
έλλειψη σκοπού μεροληψίας.
Σε επόμενο επίπεδο πρέπει να οριοθετηθεί η έννοια της βλάβης και της
ωφέλειας. Ποιες συνθήκες συνιστούν ωφέλεια και ποιες βλάβη; Δεν είναι
απαραίτητα περιουσιακής φύσεως, αλλά και νομικής, λ.χ. υπό την έννοια της
βελτίωσης της υπηρεσιακής κατάστασης του υπαλλήλου (ωφέλεια) και τη μη
ανέλιξη κάποιου άλλου (βλάβη του τρίτου). Ο μόνος φραγμός που μπαίνει
από το νομοθέτη είναι ο όρος «αθέμιτο» για τον χαρακτηρισμό του οφέλους
και της βλάβης. Πότε συντρέχει αυτό; Όταν αποσιωπά ο υπάλληλος το λόγο
εξαίρεσης για να συμμετάσχει στην υπόθεση και να μεροληπτήσει. Αυτό είναι
ένα αντικειμενικό γεγονός που το βλέπεις κατά περίπτωση και το αξιοποιείς
για να αναχθείς στα παραγωγικά αίτια της βούλησης του υπαλλήλου που
αποσιώπησε το λόγο εξαίρεσής του. Όταν ο υπάλληλος αποσιώπησε το λόγο
εξαίρεσής του και λειτούργησε με διαφάνεια και αμερόληπτα, τότε δεν θα
στοιχειοθετείται ο υπερχειλής δόλος του αδικήματος.
Έτσι λοιπόν, ο εισαγγελέας που εξέταζε τη στοιχειοθέτηση του 254 ΠΚ για την
υπάλληλο στα πλαίσια προκαταρκτικής εξέτασης, έθεσε αυτή στο αρχείο,
καθώς δεν προέκυψε από πουθενά το παράνομο της ωφέλειας του
υπαλλήλου και της βλάβης άλλου και συνεπώς ούτε και ο αντίστοιχος σκοπός.